Θέσεις του Επιμελητηρίου Ευβοίας για το νέο πολυνομοσχέδιο

Το Νέο Πολυνομοσχέδιο στο βωμό της συντήρησης του μεγάλου κράτους επιβάλλει φόρους επί δικαίων και αδίκων παίρνοντας πίσω ακόμη και ευνοϊκές ρυθμίσεις, όπως αυτή των 100 δόσεων, η οποία απευθύνεται σε λιγότερους και είναι ακριβότερη (μείωση δόσεων, μεγαλύτερο επιτόκιο). Εν μέσω capitalcontrols, το Πολυνομοσχέδιο ως οικονομικό τσουνάμι, ως φορολογικός παροξυσμός, καταργεί εκπτώσεις φόρου, αυξάνει κλίμακες, βάζει φόρους σε εισοδήματα που δεν υπάρχουν, εισάγει νέες ποινικές διώξεις, καινούργια φορολογικά πρόστιμα και προσαυξήσεις. Το Νέο Πολυνομοσχέδιο όχι μόνο είναι μακριά από την κατεύθυνση της ανάπτυξης, αλλά οδηγεί τη χώρα σε οικονομικό αδιέξοδο, σε οικονομικό τέλμα και την επιχειρηματικότητα σε πραγματική κατάρρευση. Οδηγεί τη χώρα στην λεωφόρο της ανεργίας και του κοινωνικού μαρασμού και τη μεσσία τάξη σε είδος προς εξαφάνιση. Το Επιμελητήριο Εύβοιας θεωρεί ακράδαντα ότι η αποκατάσταση του οικονομικού περιβάλλοντος είναι αδύνατη με την σκληρή επιβολή φοροεισπρακτικών μέτρων. Αντιθέτως πιστεύει ότι η επίτευξη της ανάπτυξης, απαιτεί κυρίως προσέλκυση ιδιωτικών κεφαλαίων και επενδύσεων, στήριξη και ενθάρρυνση της επιχειρηματικότητας, δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Πιστεύει ότι η χώρα χρειάζεται άμεσα, ένα Εθνικό στρατηγικό σχέδιο ανασυγκρότησης με πολιτικές ρεαλιστικά και ορθά ενσωματωμένες στο οικονομικό γίγνεσθαι και στην κοινωνική πραγματικότητα, ένα σχέδιο με παραγόμενο μείγμα πολιτικής αναπτυξιακό. Το Επιμελητήριο Εύβοιας αναγνωρίζει τα όποια θετικά μέτρα του νομοσχεδίου και στηρίζει θετικές ρυθμίσεις που στρέφονται εναντίον της διαφθοράς, της διαπλοκής, της αδήλωτης εργασίας, της φοροδιαφυγής. της πάταξης φαινομένων λαθρεμπορίου. Δηλώνει ωστόσο ότι πρέπει να αντικατασταθούν μέτρα, τα οποία επί της ουσίας ΄΄ τιμωρούν ΄΄ την ιδιωτική πρωτοβουλία και εξαφανίζουν κάθε δυνατότητα ανάπτυξης. Τουναντίον πρέπει να θεσπιστούν σοβαρά κίνητρα για την πραγματοποίηση και την υποστήριξη επενδύσεων.

 

Προς την κατεύθυνση αυτή το Επιμελητήριο Εύβοιας αναφέρει και προτείνει τα ακόλουθα :

 

· Αποκατάσταση της λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος και έως τότε, μερική και στοχευμένη άρση των capital controls. Εστιάζοντας στο σοβαρό πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί με τις εισαγωγές και αναφέροντας ότι το 2014 οι δαπάνες για την εισαγωγή αγαθών έφτασαν τα 49 δις, ενώ σήμερα η δυνατή ημερήσια αποδέσμευση κεφαλαίων είναι 31 εκ. δηλ. 7,5 δις το χρόνο, για εισαγωγή αγαθών, επισημαίνουμε ότι καθίσταται πρακτικά αδύνατη η στήριξη του ΑΕΠ των 175 δις. Προτείνουμε, ως απολύτως αναγκαία, τουλάχιστον, την άμεση αύξηση της επιτρεπτής αποδέσμευσης κεφαλαίων προς εισαγωγές.

 

· Σήμερα είναι δεδομένο ότι το κεφάλαιο που βρίσκεται εκτός Ελληνικού Τραπεζικού συστήματος είναι περί τα 200 δις. (Χρήματα Ελλήνων) και βέβαια ο επαναπατρισμός ποσού εξ αυτού φαντάζει απίθανος. Με την εφαρμογή του πόθεν έσχες στο μετοχικό κεφάλαιο των υπό ίδρυση εταιρειών ελλήνων δικαιούχων καθίσταται αδύνατη κάθε επενδυτική πιθανότητα. Προτείνουμε την άμεση θέσπιση ικανών φορολογικών κινήτρων για τον επαναπατρισμού κεφαλαίων και επενδύσεων.

 

· Προτείνουμε τον εξορθολογισμό της φορολογίας εισοδήματος και των φορολογικών συντελεστών. Την άρση της παράλογης πρακτικής μέτρων που ενώ αυξάνουν τους φορολογικούς συντελεστές ταυτόχρονα, με παγκόσμια πρωτοτυπία, αυξάνουν και τις ποινές μη απόδοσης φόρων. Πόσο μάλλον όταν η φορολογία δεν γίνεται με το αντικειμενικό κριτήριο του ελεγχόμενου κέρδους αλλά είναι κυρίαρχα τεκμαρτή, φτάνοντας στο σημείο να αποτελεί κριτήριο εισοδήματος ακόμη και ο δανεισμός. Προτείνουμε επίσης την παροχή περιόδου χάριτος με φορολογικές ελαφρύνσεις στις νέες επιχειρήσεις.

 

· Προτείνουμε μείωση των συντελεστών ΦΠΑ στον Τουρισμό και στον Πρωτογενή Τομέα, Είναι άμεσα αναγκαία η παροχή ‘’πολιτικής’’ και οικονομικής προστασίας στους δυο Τομείς που τώρα αποτελούν το σωσίβιο της ελληνικής οικονομίας και θα αποτελέσουν την αιχμή του δόρατος στην πορεία της ανάπτυξης, ως ελπίζουμε, της ελληνικής οικονομίας. Επισημαίνουμε ότι στην Πρωτογενή παραγωγή απαραίτητη προϋπόθεση έχει γίνει η επίτευξη κέρδους 10%, για την χρηματοδότηση της διαφοράς του συντελεστή ΦΠΑ, αφού οι παραγωγοί αγοράζουν με ΦΠΑ 23% και πωλούν με ΦΠΑ 13% και με δεδομένο ότι η επιστροφή ΦΠΑ είναι απαγορευτική ακόμη και για τους εξαγωγείς. Επισημαίνουμε επίσης ότι το ποσοστό ΦΠΑ 23% στερεί κυριολεκτικά κάθε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην τουριστική βιομηχανία της χώρας.

 

· Ναι στην ιδιωτικοποίηση Δημοσίων ακινήτων αλλά με απαραίτητη προϋπόθεση την πρότερη Χωροθέτηση τους, διότι μόνο έτσι θα προσελκηθούν σοβαρές επενδύσεις και θα επιτευχτεί η προστιθέμενη αξία τους.

 

· Με δεδομένο ότι το 50% των επιχειρηματικών δανείων είναι κόκκινα και με διαφαινόμενη την πρόθεση εκχώρησης τους σε κάποιο ευρωπαϊκά θεσμοθετημένο ή σε άλλα distress funds, γεννιέται η ανησυχία – αφού ελλοχεύει ο ορατός κίνδυνος τα distress funds να αποκτήσουν τις περιουσίες των ελληνικών επιχειρήσεων σε τιμή ευκαιρίας και εν συνεχεία να αισχροκερδήσουν- ότι θα οδηγηθούμε όχι μόνο στο κλείσιμο χιλιάδων επιχειρήσεων αλλά και στον περαιτέρω κλονισμό της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών, με σοβαρό ενδεχόμενο, η ζημιά των τραπεζών από τις πωλήσεις των δανείων στα funds να μεταφερθεί στους καταθέτες. Συνεπώς χρειάζεται εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης και παράλληλα παροχή δεύτερης ευκαιρίας στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, προκειμένου να αποκτήσουν πρόσβαση σε νέες χρηματοδοτήσεις και να εξακολουθούν να λειτουργούν, γιατί εύκολα κλείνει μια επιχείρηση , αλλά πολύ δύσκολα ανοίγει στην Ελλάδα του σήμερα.

 

· Προτείνουμε άρση του μέτρου του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας που καταργεί το δικαίωμα της επαγγελματικής στέγης, το οποίο έχει ως αποτέλεσμα την δημιουργία επιπλέον δυσχερών συνθηκών στο επιχειρηματικό περιβάλλον και συνεπώς την περεταίρω αποθάρρυνση των επενδύσεων.

 

Αξιότιμε Κύριε Πρωθυπουργέ, Αξιότιμοι Κύριοι Υπουργοί,

Οι Μικρο-Μεσαίες Επιχειρήσεις αποτελούν την βασική πηγή θέσεων απασχόλησης και προστιθέμενης αξίας, αποτελούν τις κινητήριες δυνάμεις των σύγχρονων οικονομιών, με την συνεισφορά τους στην τεχνολογική αναβάθμιση, στην παραγωγή καινοτόμων προϊόντων, στην προώθηση διαδικασιών, στην προώθηση εξαγωγών, κλπ. Η ανάπτυξη που ευαγγελιζόμαστε αλλά παραμένει ζητούμενο, θα συντελεστεί μόνο μέσα από την δημιουργία ευνοϊκού περιβάλλοντος, πρωτίστως για τις Μικρο-Μεσαίες Επιχειρήσεις, το ειδικό βάρος των οποίων είναι τέτοιο που κυριολεκτικά στην επιτυχή τους ύπαρξη στηρίζεται η ελληνική οικονομία. Ζητούμε την εφαρμογή πολιτικών για την έμπρακτη στήριξη τους.

Μοιράσου αυτό το άρθρο