Προσωπικότητες: ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΚΑΡΙΜΠΑΣ
Ο Γιάννης Σκαρίμπας αν και γεννημένος στην Αγία Ευθυμία της Παρνασσίδας, ταυτίστηκε με τη Χαλκίδα, καθώς η πόλη αποτελεί σημείο αναφοράς στα κείμενά του. Mιλάει γι’ αυτήν με έναν βαθύτατο ερωτισμό σαν να απευθύνεται σε αγαπημένη γυναίκα. Ο Γιάννης Σκαρίμπας γεννήθηκε το 1893 στην Αγία Ευθυμία της Παρνασσίδας από τον Ευθύμιο Σκαρίμπα και την Ανδρομάχη Σκαρτσίλα. Ήταν γόνος ιστορικής οικογένειας, αφού ο πατέρας του, Ευθύμιος Σκαρίμπας, ήταν απόγονος αγωνιστών της Επανάστασης του 1821. Ξεκίνησε τις εγκύκλιες σπουδές του στο σχολαρχείο του Αιγίου και τις ολοκλήρωσε στην Πάτρα στο Α’ Γυμνάσιο Πατρών. Υπηρέτησε στον Ελληνικό Στρατό ως ανθυπασπιστής στο 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων.
Διορίστηκε τελωνοσταθμάρχης στην Ερέτρια (πρώην Νέα Ψαρά) και το 1915 εγκαταστάθηκε στη Χαλκίδα, για να εργαστεί εκεί ως εκτελωνιστής. Εκεί, στη Χαλκίδα, όπου εγκαταστάθηκε μετά το γάμο του με την Ελένη Κεφαληνίτη, το 1919, άνοιξε τελωνειακό γραφείο, απέκτησε πέντε παιδιά και έζησε μια ζωή εμπόλεμη, δημιουργώντας έργα αιφνιδιαστικά, πρωτότυπα, ανεξάρτητα από σχολές και ρεύματα, μνημεία μιας προσωπικής τέχνης και υλικά μιας δικής του μυθολογίας. Ο Γιάννης Σκαρίμπας ταυτίστηκε με τη Χαλκίδα – όπως ο Καρυωτάκης με την Πρέβεζα, ο Καβάφης με την Αλεξάνδρεια, ο Παπαδιαμάντης με τη Σκιάθο –,την έκανε σημείο αναφοράς στην ποίησή του, της έδωσε υπόσταση ερωτικού αντικειμένου και, ως σύμβολο ή ως μεταφορά, η επαρχιακή αυτή πόλη του μεσοπολέμου έγινε η σφραγίδα του ποιητικού του κόσμου.Στα γράμματα εμφανίστηκε κατά τη δεκαετία του 1910 με ποιήματα και πεζά που δημοσίευσε σε διάφορα περιοδικά της Αθήνας και στις εφημερίδες Εύριπος και Εύβοια της Χαλκίδας, χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο Κάλλις Εσπερινός. Η πρώτη του επίσημη εμφάνιση με το πραγματικό του όνομα έγινε το 1929, σε μια περίοδο που η λογοτεχνία περνούσε κρίση, καθώς οι συγγραφείς εκείνου του καιρού (Καρκαβίτσας, Θεοτόκης κ.α.), επαναλάμβαναν σχεδόν ο ένας τον άλλον, χωρίς να προσθέτουν τίποτα καινούργιο.
Για αυτή του την εμφάνιση έλαβε το Α΄ βραβείο διηγήματος για το πεζό “Ο καπετάν Σουρμελής ο Στουραΐτης”, το οποίο δημοσίευσε στο περιοδικό Ελληνικά Γράμματα. Βραβεύεται ακόμα για τη συλλογή διηγημάτων του “Καημοί στο Γριπονήσι” σε λογοτεχνικό διαγωνισμό και εξέδωσε τις συλλογές “Το θείο τραγί” και “Η μαθητευόμενη των τακουνιών”. Έγραψε και μυθιστορήματα μεταξύ των οποίων είναι ο “Μαριάμπας”, “Το σόλο του Φίγκαρο”, “Το Βατερλώ των δυο γελοίων”, το θεατρικό “Ο ήχος του κώδωνος” και τις ποιητικές συλλογές “Ουλαλούμ” και “Ευατούληδες”. Ξεχωριστή περίπτωση για την ελληνική λογοτεχνία ο Γιάννης Σκαρίμπας, ασχολήθηκε με όλα σχεδόν τα είδη της, ως ποιητής, πεζογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Yπήρξε βιβλιοκριτικός και αιφνιδίασε ως οργισμένος αρθρογράφος ή επιστολογράφος. Δικομανής αλλά και μανιώδης καραγκιοζοπαίχτης, (δημιούργησε όλες τις φιγούρες του θεάτρου σκιών), ο Σκαρίμπας ήταν μια μοναδική, αυθεντική προσωπικότητα που έζησε και δημιούργησε στη Xαλκίδα, φιλοδοξώντας μάλιστα να την προάγει σε κέντρο της περιφερειακής λογοτεχνίας, γιατί πίστευε – πιθανόν δεν είχε άδικο – ότι οι επαρχιώτες συγγραφείς αγνοούνται ή παραγκωνίζονται από τους Αθηναίους συναδέλφους τους.
Το έργο του, εντυπωσιακό σε έκταση και ποικιλία, σημαδεύτηκε από την έντονη αντιδικία του με τις καθιερωμένες αξίες της ζωής και του αστικού πολιτισμού. Σουρεαλιστής χρησιμοποιεί τη γλώσσα με τρόπο αναρχικό και παράδοξο ενώ καταστρέφει τους παραδοσιακούς θεσμούς της αφήγησης, παραβιάζει τη σύνταξη και τη γραμμική της τάξη και καταγράφει την πραγματικότητα όπως εκείνος την εννοεί και την αντιλαμβάνεται. Εισήγαγε επίσης υπερρεαλιστικά στοιχεία στην ελληνική πεζογραφία. Ο Γιάννης Σκαρίμπας υπήρξε ο σημαντικότερος εκπρόσωπος του υπερρεαλισμού στην Ελλάδα γιατί τόσο το εικονοκλαστικό του ύφος όσο και ή ιδιόρρυθμη γλώσσα πού χρησιμοποίησε στα έργα του, προκάλεσε αίσθηση για την εποχή εκείνη. Θεωρείται ένας από τους πρωτοπόρους της ελληνικής λογοτεχνίας, ενώ τον διακατείχε ένα ιδιαίτερο πάθος και αγάπη για τον Καραγκιόζη, τον οποίο θεωρούσε το γνησιότερο είδος λαϊκού θεάτρου, αφού μέσα από αυτόν εκφράζονταν τα όνειρα και οι καημοί του λαού. Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα από το μυθιστόρημα της κυρίας Έρσης του Νίκου Πεντζίκη: «H Xαλκίδα… Σε τόσους κατοίκους δε γνωρίζαμε ούτε καν το διαλεχτό πεζογράφο και ποιητή Σκαρίμπα, που το πάθος της συναισθηματικής του ψυχής κατακαίει κάθε εφήμερο, που συντηρεί τον άνθρωπο στην καθημερινότητα…» Η Μνεία περί Σκαρίμπα από το Νίκο Γαβριήλ Πεντζίκη γίνεται αρκετά νωρίς, ήδη από το 1952.
Η επακολουθήσασα πρώτη συνάντηση των ιερών αυτών τεράτων της λογοτεχνίας μας, υπήρξε αντάξια και των δυο : Ο Σκαρίμπας οδήγησε τον Πεντζίκη σε μια ψαροταβέρνα, προκειμένου ο τελευταίος να απολαύσει φρέσκα ψάρια («τις ενάλιες λαχτάρες» του, όπως συχνά τα αναφέρει), τα οποία και ουδέποτε κατέφθασαν, επειδή ο Σκαρίμπας ουδέποτε τα παρήγγειλε πραγματικά, καίτοι πηγαινοερχόταν άπειρες φορές στην κουζίνα του καταστήματος – μια αναμονή πολλών ωρών που είχε καταντήσει ράκος τον, αρκετά λιχούδη Πεντζίκη, ενώ κατά την άδοξη επιστροφή τους προς τη Χαλκέα, ο Σκαρίμπας άρχισε καθ΄ όδον τα καραγκιοζιλίκια του, πέφτοντας ανάσκελα στο δρόμο και υποδυόμενος τον πάσχοντα από κολικούς εντέρου… Κάποτε επίσης, μετά ένα πρωινό γύρισμα, ντάλα μεσημέρι, η ακάματη Mελίνα Μερκούρη είχε την ιδέα για μια επίσκεψη στον Γιάννη Σκαρίμπα, στην κοντινή Xαλκίδα. Ήθελε πολύ να τον γνωρίσει και, γιατί όχι, με αφορμή το επίμαχο χτήμα να του έπαιρνε μια συνέντευξη για τις εκπομπές της. Αυτό που της προκάλεσε μεγάλη εντύπωση από την επίσκεψη της στο σπίτι του Γιάννη Σκαρίμπα ήταν ότι δίπλα στο τραπέζι-γραφείο, πάνω στη μπάντα του τοίχου, υπήρχε μια πρωτότυπη ταπετσαρία με κομματάκια χαρτί διπλωμένα και καρφιτσωμένα κατά σειρές. Ρωτώντας τον εκείνος τους εξήγησε ότι ήταν έτοιμες απαντήσεις για τους Αθηναίους δημοσιογράφους, οι οποίοι τον είχαν ανακαλύψει πρόσφατα και τον είχαν κάνει «της μόδας».
Με «ειδικές αποστολές» στη Χαλκίδα και «αποκλειστικές» συνεντεύξεις στις οποίες όλοι, λίγο πολύ, του απηύθυναν τις ίδιες ερωτήσεις.«Γι΄αυτό και εγώ -εξήγησε- κάθισα και τους ετοίμασα τις απαντήσεις, τις ξεκαρφιτσώνω, τους τις δίνω προς αντιγραφήν και ησυχάζω από τα τσιμπούρια». Ναι, τέτοια διαβολική ευρισιτεχνία είχε ο μπάρμπα-Γιάννης. Ο μπάρμπα-Γιάννης Σκαρίμπας, όπως ήταν γνωστός στους φίλους του, έζησε όλη του τη ζωή στη Χαλκίδα και ταξίδεψε ελάχιστα. Πέθανε στις 21 Ιανουαρίου 1984 και τάφηκε στο κάστρο του Καράμπαμπα. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι οι συντοπίτες του, που τον γνώρισαν και τον αγάπησαν, δύο μήνες μετά το θάνατό του (1984) ίδρυσαν τον Πολιτιστικό Σύλλογο «Φίλοι του Σκαρίμπα» τιμώντας μέχρι σήμερα τη μνήμη του. Δημιούργησαν, ακόμη, με τη βοήθεια του δήμου «Mουσείο Σκαρίμπα» (Kακαρά 3, Xαλκίδα), όπου στεγάζονται τα περισσότερα αντικείμενα της προσωπικής του ζωής, οι εκδόσεις όλων των βιβλίων του, ό,τι γράφτηκε γι’ αυτόν από πνευματικούς ανθρώπους, οι φιγούρες του Kαραγκιόζη που έφτιαχνε και γενικά ό,τι έχει σχέση με τον ίδιο και το έργο του. Αρκετοί συνθέτες και τραγουδοποιοί έχουν μελοποιήσει ποιήματα του μεγάλου Χαλκιδέου συγγραφέα και ποιητή. Ανάμεσα τους και οι Γιάννης Σπανός και Διονύσης Τσακνής. Ο Διονύσης Τσακνής μελοποίησε 12 ποιήματα του και πραγματοποίησε την μουσική παράσταση Εαυτούληδες στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.